ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone
ἰοδόκη και ἰοδόχη, ἡ (Α)θήκη βελών, φαρέτρα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴος (II) + -δόκη (< δέχομαι), πρβλ. αμμοδόκη, αυλοδόκη].