ιππόμορφος

From LSJ

Τὸ δ' ἐκ τυράννων αἰσχροκέρδειαν φιλεῖ → The race of tyrants loves shameful profit

Sophocles, Antigone, 1056

Greek Monolingual

ἱππόμορφος, -ον (Α)
αυτός που έχει μορφή ίππου, όμοιος με ίππο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -μορφος (< μορφή)].