καβαλλικεύω
From LSJ
κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)
Greek (Liddell-Scott)
καβαλλικεύω: εύσω, = ἱππεύω, Μαυρίκ. 1. 2, Θεοφάν. 594, 16., 595. 13, Λέοντ. Τακτ. 6. 12, κλ.