ἀπομυξάμενος, ὦ Δῆμέ, μου πρὸς τὴν κεφαλὴν ἀποψῶ → blow your nose, Demos, and wipe your hand on my head
ο, ηαυτός που γράφει καθαρά, ευανάγνωστα.[ΕΤΥΜΟΛ. < καθαρός + -γράφος].