καστανόχωμα
From LSJ
οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → keeping silence is not shameful; speaking at random is (Menander)
Greek Monolingual
το
χώμα που σχηματίζεται κοντά στις ρίζες τών καστανιών από τα φύλλα τους που πέφτουν στη γη και σαπίζουν και το οποίο είναι χρήσιμο στην ανθοκομία («καστανόχωμα για τα λουλούδια»).