Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κατάσβεση

From LSJ

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12

Greek Monolingual

η (AM κατάσβεσις) κατασβέννυμι
ολοκληρωτικό σβήσιμοκατάσβεσις τῶν ἐμπιπραμένων», Δίων Κάσσ.)
νεοελλ.
κατάπαυση, καταστολή, κατασίγαση.