τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαι → show the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away
η κεντώ
1. κέντηση
2. οξύς σωματικός πόνος, σουβλιά
3. οξύς πόνος που προέρχεται από τσίμπημα
4. μτφ. ενοχλητικός, δυσάρεστος υπαινιγμός, πείραγμα.