Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht
κιβδήλιος, -ον (Μ) κίβδηλος
αυτός που προσιδιάζει στον κίβδηλο, ψεύτικος, απατηλός («ἂν μὴν ῥυπαίνῃς τὴν ψυχὴν ῥήμασι κιβδηλίοις», Κ. Μανασσ.).