κλειδοφορέω
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
English (LSJ)
bear keys, = κλειδουχέω 1, BCH44.72 (Lagina), etc.; κλειδοφορ-ία, ἡ, ib.11.13 (ibid.), Supp.Epigr.4.303 (Panamara); κλειδόφορ-ος, ἡ, BCH 5.186 (Lagina); κ. Ἑκάτης Supp.Epigr.4.301 (Panamara).