κληροκρατία
From LSJ
εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
Greek Monolingual
η
κληρικαλισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. κληρικοκρατία].
εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
η
κληρικαλισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. κληρικοκρατία].