φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
[Seite 1461] wie von κνίς, acc. zu κνίδη, Opp. Hal. 2, 429.
η1. κνίδωση2. τσουκνίδα, κνίδη.[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. κνίδη.