κομιστός

From LSJ

τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κομιστός Medium diacritics: κομιστός Low diacritics: κομιστός Capitals: ΚΟΜΙΣΤΟΣ
Transliteration A: komistós Transliteration B: komistos Transliteration C: komistos Beta Code: komisto/s

English (LSJ)

κομιστή, κομιστόν, brought, J.AJ17.4.1.

Greek (Liddell-Scott)

κομιστός: -ή, -όν, ὃν δύναταί τις νὰ κομίσῃ, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 17. 4, 1.

Greek Monolingual

κομιστός, -ή, -όν (Α) κομίζω
αυτός που μεταφέρθηκε.