Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
(Μ κουφαίνω) κουφόςκάνω κάποιον κουφόνεοελλ.1. (αμτβ.) είμαι λίγο κουφός, βαριακούω2. φρ. «μάς κούφανες» — είπες κάτι παράδοξο και προκάλεσες μεγάλη εντύπωση.