ἐφ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι → reclining softly on litters, reclining luxuriously in covered carriages
η κρασί
η οσμή του κρασιού και ιδίως αυτή που βγαίνει από το στόμα μεθυσμένου, η απόπνοια κρασιού («έχυσε το κρασί πάνω μου και μυρίζω κρασίλα»).