Ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → Injustice: the state of despising the laws
[Seite 4] τό, dim. zu λαγώς, Häslein, Ar. Ach. 520; VLL.
λαγῴδιον, τὸ (Α) λαγώςλαγουδάκι.