λαχανόκηπος

From LSJ

ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ → surging of the blood and heat round the heart

Source

Greek Monolingual

ο
κήπος όπου καλλιεργούνται λαχανικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1862 στον Σκαρλάτο Βυζάντιο].