λιπαρητέον

From LSJ

Ἔνιοι δὲ καὶ μισοῦσι τοὺς εὐεργέτας → Nonnulli oderunt adeo beneficos sibi → Es hassen manche sogar ihre Wohltäter

Menander, Monostichoi, 171
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῑπᾰρητέον Medium diacritics: λιπαρητέον Low diacritics: λιπαρητέον Capitals: ΛΙΠΑΡΗΤΕΟΝ
Transliteration A: liparētéon Transliteration B: liparēteon Transliteration C: lipariteon Beta Code: liparhte/on

English (LSJ)

one must be importunate, X.Ap.23.

Greek (Liddell-Scott)

λῑπαρητέον: πρέπει τις νὰ ἱκετεύσῃ ἐπιμόνως, Ξεν. Ἀπολ. 23.

Greek Monotonic

λῑπαρητέον: ρημ. επίθ. του λιπαρέω, πρέπει να ικετεύσουμε επίμονα, να γίνουμε ενοχλητικοί, σε Ξεν.