Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

λοίμωξη

From LSJ

Μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ λύπης ἀντίρροπον ἄχθος → I have no longer strength to bear alone the burden of grief that weighs me down

Sophocles, Electra, 119-120

Greek Monolingual

η λοιμώσσω
το σύνολο τών φαινομένων που ακολουθούν την προσβολή ενός οργανισμού από μικροβιακό παράγοντα, περισσότερο ή λιγότερο λοιμογόνο.