Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter
λοξοπορῶ, -έω (Α) λοξόποροςπορεύομαι λοξά («δι' οὗ φέρεται λοξοπορῶν ὁ ἥλιος», Πλούτ.).