λοξώδης

From LSJ

Λιμὴν πέφυκε πᾶσι παιδεία βροτοῖς → Omnibus doctrina portus est mortalibus → Ein Hafen ist die Bildung allen Sterblichen

Menander, Monostichoi, 312

Greek Monolingual

λοξώδης, -ῶδες (Α)
λοξός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λοξός + κατάλ. -ώδης].