μέταιτος

From LSJ

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source

German (Pape)

[Seite 147] ὁ, = μεταίτης, Pol. bei Suid.

Greek (Liddell-Scott)

μέταιτος: ὁ, ἴδε μεταίτης.

Greek Monolingual

μέταιτος, ὁ (Α)
βλ. μεταίτης.