μαρτυρογραφή

From LSJ

ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends

Source

Greek Monolingual

μαρτυρογραφή, ἡ (Μ)
καταγραφή μαρτυρίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μάρτυρας + γραφή (< γράφω)].