μαυλίς

From LSJ

Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund

Menander, Monostichoi, 537

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
couteau.
Étymologie: DELG étym. ignorée.

German (Pape)

ίδος, ἡ,
1μαυλία.
2 das Messer, = μάχαιρα, κεφαλῆς ἀπὸ θυμὸν ἀράξαι μαυλίδι χαλκείῃ, Nic. Ther. 705; μαύλιες, Epigr. (XV.25).