Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μαυροκόκκινος

From LSJ

Κέρδος πονηρὸν ζημίαν ἀεὶ φέρει → Quaestus iniquos damna consequi solent → Unehrlicher Gewinn trägt immer Strafe ein

Menander, Monostichoi, 301

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που έχει μαύρο και κόκκινο χρώμα, σκουροκόκκινος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1817 στον Αδ. Κοραή].