μεσαμέριον
From LSJ
Ἴσον θεῷ σου τοὺς φίλους τιμᾶν θέλε → Honora amicos tamquam honorares deos → Verehre willig deine Freunde Göttern gleich
Greek (Liddell-Scott)
μεσαμέριον: Δωρ. ἀντὶ μεσημέριον, Σιμιχίδα, πᾷ δὴ τὸ μεσαμέριον πόδας ἕλκεις; ποῦ πηγαίνεις κατὰ τὸ μέσον τῆς ἡμέρας; Θεόκρ. 7, 26.
Russian (Dvoretsky)
μεσᾱμέριον: τό дор. = *μεσημέριον.