μεσονύχτι

From LSJ

Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία → Incolumitas est corporis nostri sopor → Der rechte Weg ist zur Gesunderhaltung Schlaf

Menander, Monostichoi, 520

Greek Monolingual

και μεσανύχτι, το
η δωδέκατη νυκτερινή ώρα, το μεσονύκτιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + νύχτα].