ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
3ᵉ sg. μετέσσεται;f. épq. de μέτειμι¹.
μετέσσομαι: эп. (= μετέσομαι) fut. к μέτειμι I.