μετίετο

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97

German (Pape)

[Seite 161] ion. = μεθίετο, von μεθίημι, Her. 1, 12.

Greek Monotonic

μετίετο: Ιων. αντί μεθίετο, γʹ ενικ. Μέσ. παρατ. του μεθίημι.