μεταιωρούμαι

From LSJ

Βούλου γονεῖς πρώτιστον ἐν τιμαῖς ἔχειν → Tibi sunt parentes primo honorandi loco → Erweise deinen Eltern an erster Stelle Ehr

Menander, Monostichoi, 72

Greek Monolingual

μεταιωροῦμαι, -έομαι (Α) αιωρούμαι
ανυψώνομαι πνευματικά, οδηγούμαι σε έξαρση, μεταρσιώνομαι.