μισοπλάτων
From LSJ
Θεράπευε τὸν δυνάμενον, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς (αἰεί σ' ὠφελεῖν) → Si mens est tibi, coles potentes qui sient → Dem Mächtigen sei zu Willen, bist du bei Verstand (Sei immer dem zu Willen, der dir nützen kann)
Greek (Liddell-Scott)
μῑσοπλάτων: ὁ, ὁ μισῶν τὸν Πλάτωνα, Μ. Ψελλ. ἐν Σάθ. Μεσ. βιβλ. τ. Ε΄, σ. 445.
Greek Monolingual
μισοπλάτων, -ωνος, ὁ (Α)
αυτός που μισεί τον Πλάτωνα, την πλατωνική φιλοσοφία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ + Πλάτων.