μορίες

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μορίες Medium diacritics: μορίες Low diacritics: μορίες Capitals: ΜΟΡΙΕΣ
Transliteration A: moríes Transliteration B: mories Transliteration C: mories Beta Code: mori/es

English (LSJ)

μερῖται, κοινωνοί, Hsch.

Greek Monolingual

μορίες (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «μερῖται, κοινωνοί».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. πιθ. παράγεται από μόρος.