μοσχοποιΐα
From LSJ
Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
German (Pape)
[Seite 209] ἡ, das Machen eines Kalbes, K. S.
Greek (Liddell-Scott)
μοσχοποιΐα: ἡ, ἡ κατασκευὴ τοῦ ἐκ μετάλλου μόσχου ἐν τῇ ἐρήμῳ, Ἰουστῖνος πρὸς Τρύφ. 7. 648C, Κλήμ. Ἀλ. Ι, 1009Α, κλ.