μουσταλευριά

From LSJ

ἔνδον σκάπτε, ἔνδονπηγή τοῦ ἀγαθοῦ καί ἀεί ἀναβλύειν δυναμένη, ἐάν ἀεί σκάπτῃς → Dig within. Within is the wellspring of Good; and it is always ready to bubble up, if you just dig. | Look within. Within is the fountain of the good, and it will ever bubble up, if thou wilt ever dig.

Source

Greek Monolingual

η
είδος γλυκίσματος από μούστο, αλεύρι, ζάχαρη και διάφορα καρυκεύματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μούστος + αλεύρι].