Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα → I know only one thing, that I know nothing | all I know is that I know nothing.
-ο
(για φυτό) αυτό που φέρει στις ρίζες του μύκητες οι οποίοι καλούνται μυκόρριζα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. mycotrophe (< μύκης «μύκητας» + -τρόφος < τρέφω)].