μυοκαρδίαση

From LSJ

ἐν δὲ κοινὸς ἀρσένων ἴτω κλαγγά → and let the shouts of males rise jointly

Source

Greek Monolingual

η
παλαιότερη ονομασία που δινόταν σε χρόνιες εκφυλιστικές παθήσεις του καρδιακού μυός.