Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
ναυβαρῶ, -έω (Α)φορτώνω πλοίο υπερβολικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ναῦς «πλοίο» + -βαρῶ (< -βαρής < βάρος), πρβλ. ισοβαρώ].