νεφρίδιο

From LSJ

Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind

Menander, Monostichoi, 379

Greek Monolingual

το
βιολ. ανατομική και λειτουργική μονάδα του απεκκριτικού συστήματος πολλών πρωτόγονων ασπονδύλων και του κεφαλοχορδωτού αμφίοξος ή αμφιοξύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. nephridium (< νεφρός)].