ντελάλης

From LSJ

Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft

Menander, Monostichoi, 258

Greek Monolingual

και τελάλης, ο, θηλ. -ισσα (Μ ντελάλης)
1. δημόσιος ή ιδιωτικός κήρυκας, διαλαλητής, κράχτης
2. μτφ. αυτός που δεν κρατά μυστικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. tellal].