ξίμβαι

From LSJ

τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)

Source

Greek Monolingual

ξίμβαι (Α)
(αιολ. τ.) (κατά τον Ησύχ.) «ῥοιαί».
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. δάνεια λ., άγνωστης προέλευσης].