ξαναβρίσκω

From LSJ

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164

Greek Monolingual

1. βρίσκω κάτι ή κάποιον πάλι, ξανασυναντώ, επανευρίσκω
2. σκέπτομαι κάτι ξανά και αλλάζω γνώμηπατέρα να το ξαναβρείς πάλι να 'ρθεις στο σπίτι μας, νά 'σαι με τα παιδία σου», Μαν. μοιρολ.).