ξαναβρίσκω

From LSJ

τὸ γὰρ πράττειν τοῦ λέγειν καὶ χειροτονεῖν ὕστερον ὂν τῇ τάξει, πρότερον τῇ δυνάμει καὶ κρεῖττόν ἐστιν (Demosthenes 3.15) → for action, even though posterior in the order of events to speaking and voting, is prior in importance and superior

Source

Greek Monolingual

1. βρίσκω κάτι ή κάποιον πάλι, ξανασυναντώ, επανευρίσκω
2. σκέπτομαι κάτι ξανά και αλλάζω γνώμηπατέρα να το ξαναβρείς πάλι να 'ρθεις στο σπίτι μας, νά 'σαι με τα παιδία σου», Μαν. μοιρολ.).