ξυλολυχνούχος
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
Greek Monolingual
ξυλολυχνοῦχος, ὁ (Α)
ξύλινος λυχνοστάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλον + λυχνοῦχος «λυχνοστάτης»].
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
ξυλολυχνοῦχος, ὁ (Α)
ξύλινος λυχνοστάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλον + λυχνοῦχος «λυχνοστάτης»].