ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met
τοη ξυλοδεσία.[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. στον πληθ. ξυλοδέματα μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες].