οδοδείκτης

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source

Greek Monolingual

και οδοδείχτης, ο (Μ ὁδοδείκτης)
νεοελλ.
πινακίδα σε διασταύρωση οδών που δείχνει τις κατευθύνσεις και τις χιλιομετρικές αποστάσεις προς τα πλησιέστερα κατοικημένα σημεία
μσν.
αυτός που προπορεύεται και δείχνει τον δρόμο, ο οδηγός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁδός + δείκτης.