οδοντοκονία

From LSJ

Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us

Source

Greek Monolingual

η
οστέινη ουσία η οποια περιβάλλει τη ρίζα του δοντιού από όλες τις πλευρές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀδούς, ὀδόντος + κονία «συνδετική ύλη, σκόνη»].