μὴ πιστεύσητε τοῖς ἀμαθεστέροις ὑμῶν αὐτῶν → do not believe those who are more ignorant than you yourselves
οἰστρηδόν (Α)με οίστρο, με μανία.[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶστρος + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (πρβλ. κνκληδόν)].