Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ονόπορδον

From LSJ

Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν αὐθαίρετα → Ab ipsis fere parantur mala mortalibus → Von Sterblichen ist selbstgewählt das meiste Leid

Menander, Monostichoi, 499

Greek Monolingual

το (Α ὀνόπορδον)
γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμηση, ανήκουν στην οικογένεια τών συνθέτων, με 40 περίπου είδη, από τα οποία 10 είδη είναι αυτοφυή στην Ελλάδα, γνωστά σήμερα με τις κοινές ονομασίες αγκάθια ή αγριαγκινάρες ή γαϊδουράγκαθα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + πορδή.