ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀγαθόν περ → he will obey you to his profit, he will obey you for his own good end
ὀξυμελής, -ές (Α)αυτός που τραγουδά δυνατά και καθαρά.[ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ- + -μελής (< μέλος), πρβλ. ηδυμελής].