Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

οροϊνώδης

From LSJ

Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig

Menander, Monostichoi, 208

Greek Monolingual

-ες
ιατρ. αυτός που αποτελείται από ορώδες υγρό το οποίο εμπεριέχει και ινώδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. άγγλ. serofibrinous < λατ. serum «ορός» (βλ. λ. ορός) + fibrinous «ινώδης»].