ουρόλιθος

From LSJ

Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε, μὴ καθυστέρει → Cura hospitalis esse nec in hoc sis piger → Sei stets auf Gastfreundschaft bedacht und säume nicht

Menander, Monostichoi, 396

Greek Monolingual

ο
σύγκριμμα αλάτων τών ούρων που σχηματίζεται στις απαγωγούς ουροφόρους οδούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ., urolith (< ούρο + λίθος)].