τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαι → cause happiness to spring forth from the earth
ὀψοποιός, ὁ (ΑΜ)άτομο που παρασκευάζει όψα, μάγειρος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄψον + -ποιός].